Σάββατο 23 Μαΐου 2015

Παγκόσμια Ημέρα Υγείας 2015_Ασφάλεια τροφίμων


Παγκόσμια Ημέρα Υγείας 2015_Ασφάλεια τροφίμων 
πηγή
Η 7η Απριλίου έχει καθιερωθεί ως Παγκόσμια Ημέρα Υγείας με σκοπό να υπενθυμίζει σε όλους μας τη σοβαρότητα της υγείας τόσο συλλογικά όσο και ατομικά. Για το έτος 2015 ο Παγκόσμιος Οργανισμός Υγείας θέτει ως στόχο του την «Ασφάλεια των Τροφίμων». Η προαγωγή της Δημόσιας Υγείας μέσω τροποποίησης του μοντέλου διατροφής που έχει επικρατήσει τα τελευταία χρόνια στη χώρα μας προϋποθέτει τη συνεργασία πολλών υπουργείων και φορέων σε πολλαπλά επίπεδα. Αποτελεί σύνθετο έργο, στο οποίο το Υπουργείο Υγείας φιλοδοξεί να διαδραματίσει κεντρικό ρόλο.

Η διατροφή είναι μια καθημερινή αναγκαία πράξη για τη σωστή υγεία, αλλά αν δεν γίνεται σωστά μπορεί να αποτελέσει έναν από τους σημαντικότερους παράγοντες εμφάνισης χρόνιων ανεπιθύμητων νοσημάτων, όπως είναι ο σακχαρώδης διαβήτης, η παχυσαρκία, τα καρδιαγγειακά νοσήματα, ορισμένες μορφές καρκίνου αλλά και τροφιμογενή νοσήματα.

Η προσέγγιση του Παγκόσμιου Οργανισμού Υγείας (ΠΟΥ) για την πρόληψη τροφικών λοιμώξεων αποτελεί βασικό εδάφιο για τους νέους στόχους που έθεσε για την ημέρα υγείας με θέμα «Βελτίωσε την ασφάλεια των τροφίμων από το αγρόκτημα έως το πιάτο».


Σήμερα το κράτος εστιάζει την ασφάλεια των τροφίμων σε μια σειρά αρχών, που θεσπίστηκαν στις αρχές της δεκαετίας του 21ου αιώνα. Οι αρχές αυτές, εφαρμόζονται σύμφωνα με τη γενική προσέγγιση της οδηγίας «από το αγρόκτημα στο τραπέζι», περιλαμβάνουν κυρίως τη διαφάνεια, την ανάλυση και την πρόληψη των κινδύνων, την προστασία των συμφερόντων των καταναλωτών καθώς και την ελεύθερη κυκλοφορία ασφαλών και καλής ποιότητας προϊόντων εντός της εσωτερικής αγοράς και σε τρίτες χώρες. Ορισμένοι οργανισμοί έχουν ως αποστολή να συμβάλλουν στην εξασφάλιση της ασφάλειας των τροφίμων είτε με άμεση είτε με έμμεση παρέμβαση, όπως η Ευρωπαϊκή Αρχή για την Ασφάλεια των Τροφίμων (EFSA) και ο Ενιαίος Φορέας Ελέγχου Τροφίμων (ΕΦΕΤ) σε εθνικό επίπεδο. Το Γραφείο Τροφιμογενών Νοσημάτων του ΚΕΕΛΠΝΟ είναι αρμόδιο για την επιδημιολογική επιτήρηση και την καταγραφή νοσημάτων που προκαλούνται από την κατανάλωση μολυσμένου τροφίμου ή νερού.
Κακώς συντηρημένα τρόφιμα είτε από την πλευρά του παραγωγού είτε από την πλευρά του καταναλωτή, ή ατελώς μαγειρεμένα μπορεί να οδηγήσουν σε τροφιμογενή νοσήματα.



Σύμφωνα με έναν βραχύ ορισμό, τροφιμογενές νόσημα είναι κάθε νόσημα που προκαλείται από την κατανάλωση τροφίμου ή νερού. Έχουν περιγραφεί περισσότερα από 250 διαφορετικά τροφιμογενή νοσήματα. Τα συχνότερα αναγνωριζόμενα είναι αυτά που προκαλούνται από τα βακτήρια  Campylobacter spp Salmonella spp., Shigella spp και εντεροαιμορραγικό κολοβακτηρίδιο (EHEC), καθώς και από μια ομάδα ιών που είναι γνωστοί με την ονομασία Noroviruses. Για τους λόγους αυτούς το Τμήμα Επιδημιολογικής Επιτήρησης και Παρέμβασης μέσω του Γραφείου Τροφιμογενών Νοσημάτων έχει θέσει ως προτεραιότητα του την επιδημιολογική επιτήρηση των τροφιμογενών λοιμώξεων.


Η σαλμονέλλωση είναι από τα κυριότερα παθογόνα αίτια των τροφιμογενών λοιμώξεων, καθώς και το κύριο βακτηριακό αίτιο των επιδημιών τροφιμογενούς αιτιολογίας στην Ευρώπη. Με βάση τα επιδημιολογικά δεδομένα του ΚΕΕΛΠΝΟ, η δηλούμενη επίπτωση της σαλμονέλλωσης στην Ελλάδα έχει μειωθεί τα τελευταία χρόνια με τη συχνότητα του νοσήματος να παρουσιάζει εποχική διακύμανση με αύξηση κατά τους θερινούς μήνες και κορύφωση τον Αύγουστο. Η μέση ετήσια δηλούμενη επίπτωση του νοσήματος για την περίοδο 2004 – 2013 ήταν 6,1 κρούσματα ανά 100.000 πληθυσμό.


Ένα από τα συχνότερα μικροβιακά αίτια των τροφιμογενών νοσημάτων μικροβιολογικής προέλευσης είναι το Campylobacter spp. Οι περισσότερες περιπτώσεις καμπυλοβακτηριδίωσης σχετίζονται με την κατανάλωση μη παστεριωμένων γαλακτοκομικών προϊόντων ή μολυσμένου νερού, καθώς και με την κατανάλωση ωμού ή ατελώς μαγειρεμένου κρέατος (συνήθως πουλερικών). Άλλος τρόπος μετάδοσης είναι η επιμόλυνση άλλων τροφίμων (π.χ. φρέσκα λαχανικά, φρούτα) με μικρόβια κατά το χειρισμό τους στην κουζίνα μέσω των χεριών, κατά το πλύσιμο ή μέσω επιφανειών κοπής που έχουν μολυνθεί κατά τη διάρκεια χειρισμού ωμών πουλερικών. Η μολυσματική δόση είναι χαμηλή (<500 μικροοργανισμοί). Ακόμα και μία σταγόνα από τον ορό ενός ωμού κοτόπουλου μολυσμένου με Campylobacter spp. αρκεί για να μολύνει ένα άτομο.


Τέλος, τα τελευταία χρόνια τροφιμογενή νοσήματα όπως η λιστερίωση, χαρακτηρίζονται ως αναδυόμενα, κυρίως λόγω της αναγνώρισης του ρόλου διάφορων τροφίμων στη μετάδοσή τους. Παράγοντες που οδήγησαν στη διάδοση του βακτηρίου της λιστερίωσης με αποτέλεσμα την αύξηση της επίπτωσης του νοσήματος είναι: η παγκοσμιοποίηση του εμπορίου τροφίμων και οι αλλαγές στον τρόπο που παράγονται και διανέμονται τα τρόφιμα, οι αλλαγές στον τρόπο ζωής και η υιοθέτηση διαφορετικών διατροφικών συνηθειών (πρόχειρο και τυποποιημένο φαγητό), η αύξηση των ατόμων που ανήκουν στις ομάδες υψηλού κινδύνου (λόγω της αύξησης του μέσου όρου ηλικίας, των νοσημάτων που προκαλούν ανοσοκαταστολή, των μεταμοσχεύσεων κ.α.), η βελτίωση των εργαστηριακών μεθόδων ανίχνευσης του παθογόνου, καθώς και η βελτίωση της επιτήρησης. Παρόλα αυτά, η λιστερίωση παρουσιάζει χαμηλή δηλούμενη επίπτωση στην Ελλάδα.


Το ΚΕΕΛΠΝΟ βρίσκεται σε συνεργασία με όλους τους εμπλεκόμενους φορείς, ώστε μαζί με τα αρμόδια γραφεία του να προωθήσουν κατάλληλά πρωτόκολλα για την προστασία της Δημόσιας Υγείας.


Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου