Δευτέρα 31 Μαρτίου 2014

Αλλεργία σε φάρμακα


Αλλεργία σε φάρμακα

Γενικά
Η φαρμακευτική αλλεργία αποτελεί ένα σοβαρότατο νόσημα τόσο για τους ασθενείς όσο και για τους ιατρούς λοιπών ειδικοτήτων, αφού συχνά έρχονται αντιμέτωποι με περιστατικά, όπου οι ασθενείς δε δύνανται να λάβουν το κατάλληλο αντιβιοτικό ή έχουν ιστορικό αντίδρασης σε γενικά, τοπικά αναισθητικά ή και ραδιοσκιαγραφικά με αποτέλεσμα να υπάρχει πρόβλημα στην εκτέλεση των αντίστοιχων ιατρικών πράξεων.
Η αντίδραση υπερευαισθησίας στα φάρμακα μπορεί να είναι άμεση, επιταχυνόμενη ή επιβραδυνόμενη
Η αντίδραση υπερευαισθησίας στα φάρμακα μπορεί να είναι άμεση, επιταχυνόμενη ή επιβραδυνόμενη ανάλογα με το χρονικό διάστημα που μεσολαβεί μεταξύ της έκθεσης στον φαρμακευτικό παράγοντα και στην εμφάνιση των συμπτωμάτων.
Η αντίδραση μπορεί να είναι:
  • επείγουσα (αλλεργικό σοκ)
  • ακίνδυνη (εντοπισμένο φαρμακευτικό εξάνθημα - fixed drug eruption)
  • δυνητικά επικίνδυνη (πολύμορφο ερύθημα, Stevens - Johnson).
Η Διάγνωση
Είναι προφανές ότι μια πιθανή φαρμακευτική αλλεργία πέρα από την άμεση αντιμετώπιση του περιστατικού θα πρέπει οπωσδήποτε εν συνεχεία να διερευνηθεί σε βάθος, ώστε να αποδειχθεί ή να αποκλεισθεί ο αιτιολογικός παράγοντας. Εκ νέου έκθεση στο φαρμακευτικό παράγοντα ή σε συγγενικό του (χημικά) φάρμακο θα προκαλέσει ενδεχομένως σοβαρότερη αντίδραση.
Οποιοδήποτε αντιβιοτικό μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση
Η διερεύνηση γίνεται με δια νυγμού και ενδοδερμικές δοκιμασίες. Σε αντιβιοτικά, όπως οι β-λακτάμες η διαδικασία είναι τυποποιημένη. Οι β-λακτάμες είναι μια μεγάλη κατηγορία αντιβιοτικών, στην οποία υπάγονται η πενικιλίνη, οι ημισυνθετικές πενικιλίνες (αμοξυκιλίνη, αμπικιλίνη) και οι κεφαλοσπορίνες. Έχουν απομονωθεί οι μείζονες και ελάσσονες παράγοντες της πενικιλίνης που προκαλούν την αντίδραση υπερευαισθησίας, με αποτέλεσμα το test στις β-λακτάμες να είναι ιδιαίτερα αξιόπιστο. Ο έλεγχος με δερματικές δοκιμασίες υποστηρίζεται και με εξετάσεις αίματος (ειδική IgE ορού).
Γενικώς, οποιοδήποτε αντιβιοτικό μπορεί να προκαλέσει αλλεργική αντίδραση. Εφόσον ο κλινικοεργαστηριακός έλεγχος είναι αρνητικός τότε ο ασθενής υποβάλλεται σε φαρμακευτική πρόκληση βάση πρωτοκόλλου.
Αλλεργία στην ασπιρίνη
Μια ιδιαίτερη κατηγορία φαρμακευτικής αλλεργίας είναι αυτή στην ασπιρίνη ή/και στα μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη. Η αλλεργία στην ασπιρίνη είναι ετερογενής ως προς τον μηχανισμό πρόκλησης, την κλινική εικόνα, τη σοβαρότητα.
Μπορεί να είναι:
  • αληθώς αλλεργική
  • ψευδοαλλεργική
  • μέσω αναστολής της κυκλοξυγενάσης ή
  • στα πλαίσια άσθματος από ασπιρίνη.
Αλλεργικές αντιδράσεις είναι ασυνήθεις, αλλά σαφώς και μπορεί να συμβούν.
Μια τυπική έκδοση του άσθματος από ασπιρίνη είναι το σύνδρομο Samter (ή τριάδα) που εμφανίζεται με τη μορφή ρινικών πολυπόδων, άσθματος, αλλεργίας στην ασπιρίνη. Η διασταυρούμενη ευαισθησία με τα άλλα μη στερινοειδή αντιφλεγμονώδη είναι σε υψηλό ποσοστό, όχι όμως πάντα.
Τα τοπικά αναισθητικά είναι δύο κατηγοριών: εστέρες βενζοικού οξέος και αμίδια. Αλλεργικές αντιδράσεις είναι ασυνήθεις, αλλά σαφώς και μπορεί να συμβούν. Ο έλεγχος γίνεται σε δύο επισκέψεις, επιδερμικά, ενδοδερμικά και υποδόρια και ουσιαστικά η διαγνωστική προσέγγιση αλληλοεπικαλύπτεται με την πρόκληση.
Τα ραδιοσκιαγραφικά χρησιμοποιούνται συνήθως σε απεικονιστικές μεθόδους, όπως φλουροαγγειγραφία, πυλογραφία, αξονική, μαγνητική τομογραφία κτλ. Συνήθως, η αντίδραση συμβαίνει για οσμωτικούς λόγους. Η διερεύνηση είναι απαραίτητο να συμπεριλάβει τους προδιαθεσικούς παράγοντες.
Ο ασθενής που έχει διαγνωσμένη αλλεργία σε αντιβιοτικό μπορεί να απευαισθητοποιηθεί άπαξ εφόσον απαιτηθεί
Οι προδιαθεσικοί παράγοντες πρέπει να λαμβάνονται υπόψη και στον έλεγχο αντίδρασης στα γενικά αναισθητικά. Βέβαια στο χειρουργείο μια αλλεργική αντίδραση δεν είναι απαραίτητο να οφείλεται μόνο σε σκευάσματα, τα οποία χρησιμοποιήθηκαν για την αναισθησία (μυοχαλαρωτικά, οπιοειδή), αλλά και σε αντιβιοτικά τα οποία έχουν προχορηγηθεί ή στο latex.
Ένα πολύ σημαντικό στοιχείο είναι η απευαισθητοποίηση. Ο ασθενής που έχει διαγνωσμένη αλλεργία σε αντιβιοτικό μπορεί να απευαισθητοποιηθεί άπαξ εφόσον απαιτηθεί, η οποία χρήζει αντιμετώπισης με το εν λόγω αντιβιοτικό και για την αντιμετώπιση της οποίας δεν υπάρχει εναλλακτική λύση. Επίσης, σύμφωνα με την Ευρωπαϊκή Ακαδημία το 40% των ασθενών σε β-λακτάμες χάνουν την ευαισθησία αυτή σε πέντε έτη.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου